Παρέμβαση στην «καυτή» δημόσια συζήτηση για την προστασία της πρώτης κατοικίας από πλειστηριασμούς κάνει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν θα πρέπει η κυβέρνηση να εξετάσει κάποιο νέο καθεστώς προστασίας των δανειοληπτών – έστω και περιορισμένης, αλλά να αφήσει τράπεζες και funds να “καθαρίσουν” το τοπίο των κόκκινων στεγαστικών δανείων.
Ασκεί μάλιστα αυστηρή κριτική στις κινήσεις που έγιναν τα τελευταία δέκα χρόνια από ελληνικές κυβερνήσεις, με αποτέλεσμα να δυσχερανθούν οι προσπάθειες των τραπεζών να μειώσουν τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα τους
Μιλώντας σε εκδήλωση του ΙΟΒΕ, όπου επίσης μίλησαν ο Χρήστος Σταϊκούρας και ο Γιάννης Στουρνάρας, ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Λουίς ντε Γκίντος, αρμόδιος για την εποπτεία του τραπεζικού συστήματος, δεν έκρυψε την αντίθεση της κεντρικής τράπεζας στα μέτρα που λήφθηκαν στην Ελλάδα με διαδοχικές νομοθετικές παρεμβάσεις διαφορετικών κυβερνήσεων από το 2010, με στόχο την προστασία της κύριας κατοικίας από πλειστηριασμούς.
Όπως είπε χαρακτηριστικά, οι νομοθετικές παρεμβάσεις που έγιναν ήταν εν μέρει δικαιολογημένες από την οικονομική κρίση. Όμως, τόνισε, κατέληξαν να αυξήσουν πολύ γρήγορα τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, επηρεάζοντας αρνητικά τη δυνατότητα των τραπεζών να χρηματοδοτήσουν την οικονομία.
Σημειώνεται ότι ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, δεν αναφέρθηκε στα θέματα των μη εξυπηρετούμενων δανείων στη δική του ομιλία. Η παρέμβαση ντε Γκίντος, όμως, γίνεται σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη στιγμή, καθώς η κυβέρνηση έχει συμφωνήσει στο Eurogroup του Δεκεμβρίου ότι δεν θα δοθεί άλλη παράταση, πέραν της 30ης Απριλίου στο νόμο για την προστασία της πρώτης κατοικίας και θα εισαχθεί αμέσως μετά ένα νέο θεσμικό πλαίσιο για την αφερεγγυότητα, που, όπως έχει τονίσει πρόσφατα ο υπ. Οικονομικών, θα είναι αυστηρό για τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, αλλά θα έχει κάποιες προστατευτικές ρυθμίσεις για τα ευάλωτα νοικοκυριά.
Ο Ισπανός αντιπρόεδρος της ΕΚΤ τόνισε ότι το πολύ υψηλό επίπεδο NPL (περίπου 41,2%) είναι η βασική αδυναμία των ελληνικών τραπεζών και η μείωσή του πρέπει να παραμείνει βασικός στόχος, καθώς οι δανειοδοτικές δυνατότητες των τραπεζών περιορίζονται σοβαρά. Πρέπει να διερευνηθούν όλοι οι δρόμοι, όπως είπε, για αύξηση της εργαλειοθήκης θεσμικών μέτρων για τα «κόκκινα» δάνεια. Όπως τόνισε, οι μεταρρυθμίσεις για τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας του δικαστικού συστήματος είναι υψίστης σημασίας και θα πρέπει να προχωρήσει γρήγορα η εκκαθάριση των εκκρεμών υποθέσεων του νόμου Κατσέλη και να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών.
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, υπογράμμισε επίσης ότι το σημαντικότερο πρόβλημα του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος είναι ο υψηλός όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Τόνισε ότι πρέπει να εφαρμοστούν ριζικές και συστημικές λύσεις, που θα λειτουργούν συμπληρωματικά προς τις προσπάθειες που καταβάλλουν οι ίδιες οι τράπεζες, για την ταχεία βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού τους.
Στο πλαίσιο αυτό, όπως είπε, εγκρίθηκε το σχέδιο «Ηρακλής» από τη Διεύθυνση Ανταγωνισμού (DGComp) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που στηρίζεται στο Σχήμα Προστασίας Ενεργητικού (APS) μέσω παροχής κρατικής εγγύησης στο ασφαλέστερο (senior) μερίδιο της τιτλοποίησης ΜΕΔ αξίας 30 δισ. ευρώ περίπου που θα πραγματοποιηθεί. Το σχήμα αυτό, που το Δεκέμβριο του 2019 εξειδικεύθηκε με εφαρμοστικό νόμο, είναι ένα σημαντικό βήμα για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Δεδομένου όμως του μεγέθους αυτού του προβλήματος, το σχήμα αυτό αναμένεται, σε επόμενο στάδιο και αφού ο Ηρακλής αρχίσει να παράγει αποτελέσματα, να συμπληρωθεί και από άλλα, όπως αυτό που έχει προτείνει στο πρόσφατο παρελθόν η Τράπεζα της Ελλάδος. Η πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος, παράλληλα με πρόβλημα των ΜΕΔ, αντιμετωπίζει και το ζήτημα που προκύπτει από τη σημερινή κεφαλαιακή διάρθρωση των τραπεζών, με την αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση (DTC) να αποτελεί δυσανάλογα μεγάλο μέρος των συνολικών κεφαλαίων, σημείωσε ο διοικητής της ΤτΕ.
Πηγή: sofokleousin