Σε οριζόντια μείωση των μισθών κατά 20% οδηγεί η εφαρμογή από τον Ιούνιο ο Μηχανισμός Ενίσχυσης Απασχόλησης με τη μορφή οικονομικής ενίσχυσης βραχυχρόνιας εργασίας «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ», που ανακοίνωσε χθες η κυβέρνηση.

Το πρόγραμμα δίδει στον εργοδότη να θέσει εργαζόμενους σε καθεστώς μειωμένου χρόνου εργασίας και να τους καταβάλει το 50% των αμοιβών. Από το υπόλοιπο 50% το κράτος θα καταβάλει στον εργαζόμενο το 60% και οι τελικές αποδοχές θα είναι μειωμένες κατά 20%.

Διασφαλίζονται έτσι θέσεις εργασίας, οι οποίες θα μπορούσαν να είχαν χαθεί, λόγω της κρίσης, εφόσον δεν ανακάμψει η δραστηριότητα των επιχειρήσεων.

Ειδικότερα ο Μηχανισμός Ενίσχυσης Απασχόλησης τίθεται σε ισχύ για την περίοδο από 1η Ιουνίου έως 30 Σεπτεμβρίου 2020, ενώ δεν αποκλείεται να επεκταθεί, εάν υπάρξει ανάγκη.

Δικαίωμα συμμετοχής σε αυτόν τον μηχανισμό θα έχουν όλες οι επιχειρήσεις της χώρας οι οποίες εμφανίζουν μείωση του τζίρου τους, τουλάχιστον 20%, κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα, ανεξαρτήτως ΚΑΔ. Δηλαδή θα μπορούν να ενταχθούν και όσες δεν βρέθηκαν στις λίστες των ΚΑΔ με τις πληττόμενες.

Ωστόσο δεν διευκρινίζεται, ποιος τζίρος θα λαμβάνεται υπόψη και συγκεκριμένα των μηνών Μαρτίου, Απριλίου, Μαΐου κάποιου μήνα συγκεκριμένα ή συνολικά το πεντάμηνο Ιανουαρίου – Μαΐου.

Στον μηχανισμό θα συμπεριληφθούν και επιχειρήσεις που λειτουργούν για πρώτη φορά και δεν έχουν καταγράψει έσοδα τους προηγούμενους μήνες. Επίσης:

  1. Ο μηχανισμός θα καλύπτει όλους τους υφιστάμενους εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης, που σημαίνει ότι δεν θα καλύπτει τους εργαζόμενους μερικής απασχόλησης.
  2. Ο μηχανισμός θα αφορά και τις εποχικές επιχειρήσεις. Δηλαδή, δικαίωμα συμμετοχής σε αυτή την περίπτωση, θα έχουν όλοι οι εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης που θα προσληφθούν σε αυτές, μέχρι τον αριθμό των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης που διατηρούσαν πέρυσι τον αντίστοιχο μήνα.
  3. Το δικαίωμα του εργοδότη να μειώνει το χρόνο εργασίας του εργαζομένου πλήρους απασχόλησης έως και 50%, θα ασκείται υπό την αυστηρή προϋπόθεση ότι δεν θα μεταβάλλεται το είδος της σχέσης εργασίας.
  4. Δεν θα επιτρέπεται η μετατροπή της σχέσης εργασίας από μερικής σε πλήρους απασχόλησης, προκειμένου να λάβει η επιχείρηση το ευεργέτημα της συμμετοχής στον μηχανισμό.
  5. Η πολιτεία αναλαμβάνει την υποχρέωση αναπλήρωσης κατά 60% του εισοδήματος του εργαζομένου για το χρόνο που ο εργαζόμενος δεν θα εργάζεται. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ: Ο εργαζόμενος λαμβάνει μισθό 1.000 ευρώ. Εφόσον τεθεί σε καθεστώς μειωμένου χρόνου εργασίας, τότε από τον εργοδότη θα λάβει το ποσό των 500 ευρώ. Από το δημόσιο θα λάβει το 60% των 500 ευρώ, ήτοι 300 ευρώ και οι τελικές μηνιαίες αποδοχές του θα είναι 800 ευρώ.
  6. Σε περίπτωση που η καθαρή αμοιβή μετά την ανωτέρω προσαρμογή υπολείπεται του κατώτατου μισθού, η διαφορά θα καλύπτεται από το κράτος εξ’ ολοκλήρουΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ: Αν ο εργαζόμενος αμείβεται με 700 ευρώ και τεθεί στο νέο καθεστώς, από τον εργοδότη θα λάβει 350 ευρώ. Το 60% επί του άλλου 50% του μισθού το καλύπτει το δημόσιο, το οποίο είναι 210 ευρώ. Όμως το άθροισμα της μισού μισθού από τον εργοδότη και της κρατικής συμμετοχής είναι 560 ευρώ, δηλαδή είναι μικρότερο από τον κατώτατο μισθό των 650 ευρώ. Στην περίπτωση αυτή, η κρατική επιδότηση θα αυξηθεί κατά 90 ευρώ και θα φτάσει συνολικά στο ποσό των 300 ευρώ, ώστε οι τελικές αποδοχές του εργαζόμενου να φτάσουν στα 650  ευρώ.
  7. Ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να καλύπτει το σύνολο των ασφαλιστικών εισφορών του εργαζομένου, υπολογιζόμενων επί του αρχικού ονομαστικού μισθού. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ: Αν δηλαδή οι αμοιβές του εργαζόμενου είναι 900 ευρώ και ο εργοδότης για το τετράμηνο των ειδικών συνθηκών δίνεις τον εργαζόμενο 450 ευρώ (το 50%), οι εισφορές που θα καταβάλλει για τον εργαζόμενο θα είναι το 100% για το ποσό των 900 ευρώ.
  8. Για όσο διάστημα ο εργαζόμενος βρίσκεται σε καθεστώς μειωμένης απασχόλησης, ο εργοδότης απαγορεύεται να προβεί σε καταγγελία της σύμβασης εργασίας και σε μείωση του ονομαστικού μισθού του εργαζομένου.

Πηγή: sofokleousin